ΑΡΧΕΙΟ

‘‘Αρχείο θεωρείται μια συλλογή τεκμηρίων ιστορικής σημασίας, συνήθως ανεξαρτήτως μορφής, χρονολογίας και ύλης, που φυλάσσει ή παράγει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οποιοσδήποτε οργανισμός δημόσιος ή ιδιωτικός στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του. Ως αρχείο νοείται επίσης και ο φυσικός χώρος στον οποίο είναι τοποθετημένες οι αρχειακές συλλογές. Ένα αρχείο διαμορφώνεται συνήθως από τεκμήρια που έχει συλλέξει και διαφυλάξει ένας οργανισμός ή ένα φυσικό πρόσωπο.’’

Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

Χρόνια Ρινοκολπίτιδα (Χρόνια Ιγμορίτιδα) (Πάχυνση Βλεννογόνου)

Chronic Rhinosinusitis (Sinusitis) (Mucosal Thickening)


Χρόνια Ρινοκολπίτιδα (Chronic Rhinosinusitis, Χρόνια Κολπίτιδα, Χρόνια Ιγμορίτιδα / Παραρρινοκολπίτιδα): ο όρος αφορά ομάδα διαταραχών που χαρακτηρίζονται από ρινική φλεγμονή και φλεγμονή των ιγμόρειων άντρων η οποία  διαρκεί πάνω από 12 συνεχόμενες εβδομάδες[1] και κατά κανόνα οφείλεται σε ατελή αντιμετώπιση μιας οξείας φλεγμονής βακτηριακής αιτιολογίας (Οξεία Ρινοκολπίτιδα).[2] Ο όρος "Ρινοκολπίτιδα" είναι προτιμότερος από τον όρο «Ιγμορίτιδα» διότι η  φλεγμονή των ιγμορείων άντρων σπάνια εμφανίζεται χωρίς ταυτόχρονη φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου.[3] Tο 1996 και το 2002 οι American Academy of Otolaryngology-Head & Neck Surgery (AAO-HNS) multidisciplinary Rhinosinusitis Task Force (RTF) καθιέρωσε τον όρο Χρόνια Ρινοκολπίτιδα (Chronic Rhinosinusitis), καθιερώνοντας και τις βασικές παραμέτρους των μειζονων και ελασσονων σημείων και συμπτωμάτων για τον ορισμό της Ρινοκολπίτιδας (revised: 2002 by the Sinus Allergy Health Partnership (SAHP) Task Force),[5], [6], [7] ενώ έτσι φυσικά αναφέρεται σε σχετικές οδηγίες και εγχειρίδια του ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ.[8]

Αιτιολογία[1]: πολλαπλές αιτίες συχνά επικαλυπτόμενες: η χρόνια ρινοκολπίτιδα είναι μία πολυπαραγοντική νόσος[9]: 1/ Συστημικοι παράγοντες ξενιστή: ●Αλλεργικοί, ●Ανοσοανεπάρκεια, ●Γενετικοί / Συγγενείς (σποραδική νόσος στις περισσότερες περιπτώσεις – περιλαμβάνονται: κυστική ίνωση, πρωτοπαθής δυσκινησία κροσσών - PCD, ανοσοανεπάρκεια), ●Δυσκινησία Βλεννοκροσσωτού Επιθηλίου, ●Ενδοκρινικοί, ●Νευρομηχανικοί. 2/ Τοπικοί παράγοντες ξενιστή: ●Ανατομικές παραλλαγές, ●Νεοπλασίες, ●Επίκτητη βλεννοκροσσωτη δυσκινησία. 3/ Περιβαλλοντικοί: ●Μικροοργανισμοί*, ●Επιβλαβείς χημικές ουσίες, ●Φάρμακα, ●Τραύμα, ●Χειρουργείο. *Μπορεί να είναι Βακτηριακή (Staphylococcus aureus, coagulatton -negative Staphylococcus, anaerobic & gram negative bacteria), ●Αλλεργική, ή ●Μυκητιασική.

Απεικονιστικά[1], [2], [4]: Απλή Ακτινογραφία (Rx): χαμηλή ειδικότητα και ευαισθησία: χρήσιμη για την επιβεβαίωση σε συμπτωματικούς ασθενείς με διφορούμενη κλινική διάγνωση: περιφερική πάχυνση (>5mm στην πωγωνορινική λήψη κατά Waters) του βλεννογόνου με ομαλά όρια ή διάχυτη σκίαση του κόλπoυ (πυκνότητας μαλακών μορίων σε μη διευρυμένο κόλπο), σε συνδυασμό με εστιακή ή διάχυτη οστική σκλήρυνση / πάχυνση του τοιχώματος του κόλπου. Αξονική Τομογραφία (CT): NECT: ●Πάχυνση του βλεννογόνου με ομαλά όρια ή διάχυτη σκίαση του κόλπoυ (πυκνότητας μαλακών μορίων σε μη διευρυμένο κόλπο – η πυκνότητα εξαρτάται από τις εκκρίσεις), ●Περιστασιακά επασβεστώσεις, ●Σκληρυντικά και παχυμένα οστικά τοιχώματα κόλπου, ●Μπορεί να συνδυάζεται με πολυποειδείς αλλοιώσεις των κόλπων ή της ρινός, CECT: ο φλεγμένων βλεννογόνος μπορεί να προσλάβει. Μαγνητική Τομογραφία (MRI): Τ1WI: ●Πάχυνση των βλεννογονίων τοιχωμάτων με ίσης στάσης σήμα με τον μαλακό ιστό, ●Οι κατακρατημένες εκκρίσεις δείχνουν ποικίλης έντασης  σήμα ανάλογα κατά την χρονιότητα λόγω του ποικίλου περιεχόμενου (νερό και πρωτεΐνες), ●Σκληρυντικά και παχυμένα οστικά τοιχώματα κόλπου: δύσκολα διακριτά στην MRI. T2WI: ●Βλεννογόνος τυπικά με υψηλής έντασης σήμα, ●Οι κατακρατημένες εκκρίσεις δείχνουν ποικίλης έντασης από υψηλής έντασης (↑ νερό) έως χαμηλής έντασης (↓ νερό, αφυδατωμένο), ●Η πάχυνση των τοιχωμάτων είναι διακριτή στην Τ2WI. T1C+: ●Τυπική η πρόσληψη του βλεννογόνου. Απεικονιστικές Συστάσεις: διαγνωστική εξέταση εκλογής: στεφανιαία CT σε οστικό παράθυρο / στεφανιαίες ανασυνθέσεις σε οστικό παράθυρο: ●Θα δώσει παραπάνω πληροφορίες από ότι η ενδοσκόπηση – πέρα από την ενδοαυλική κολπική νόσο, ●Θα δώσει πληροφορίες για την αιτιολογία και τις βλεννογονικές αλλοιώσεις, ●Αδυναμία αντιστοίχησης συμπτωματολογίας και απεικονιστικών ευρημάτων. Πρωτόκολλο: στεφανιαίες σαρώσεις σε οστικό παράθυρο με πάχος τομής 2 - 3 mm, με επίπεδο σάρωσης κάθετο προς την υπερώα (ουρανίσκο), με  τον ασθενή σε πρηνή θέση (μπρούμυτα / prone) και τον τράχηλο σε έκταση. 

Karapasias Nikos, MD Radiologist

[1]H. Ric Harnsberger, Christine M. Glastonbury, Michelle A. Michelle, Bernadette L. Koch, Diagnostic Imaging: Head and Neck, Lippincott Williams & Wilkins; Second edition (2010), ISBN-10: 1931884781
[2]Λ. Βλάχος, Σύγχρονη Διαγνωστική Απεικόνιση, 1997, Ιατρικές εκδόσεις Χρ. Βασιλειάδης
[3]Meltzer EO, Hamilos DL et al., Rhinosinusitis: Establishing definitions for clinical research and patient care,  Otolaryngol Head Neck Surg. 2004;131(6 Suppl):S1.
[4]Wolfgang Dähnert, Radiology Review Manual (Dahnert, Radiology Review Manual),  7th ed., 2011 LWW; North American Edition, ISBN-10: 1609139437
[5]Report of the Rhinosinusitis Task Force Committee Meeting. Alexandria, Virginia, August 17, 1996. Otolaryngol Head Neck Surg. 1997 Sep. 117(3 Pt 2):S1-68.
[6]Lanza DC, Kennedy DW. Adult rhinosinusitis defined. Otolaryngol Head Neck Surg 1997. Sep;117(3 Pt 2):S1-S7 10.1016/S0194-5998(97)70001-9
[7]Benninger MS, Ferguson BJ, Hadley JA, Hamilos DL, Jacobs M, Kennedy DW, et al. Adult chronic rhinosinusitis: definitions, diagnosis, epidemiology, and pathophysiology. Otolaryngol Head Neck Surg 2003. Sep;129(3)(Suppl):S1-S32 10.1016/S0194-5998(03)01397-4
[8]Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη Διάγνωση και την Εμπειρική Θεραπεία των Λοιμώξεων, Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ.) / Επιστημονική Επιτροπή Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ, 2007
[9] European Position Paper Rhinosinusitis and Nasal Polyps, EPOS 2007 & 2012, RHINOLOGY Supplement.